ἐκρέμω

ἐκρέμω
ἐκρέμω: see κρέμαμαι.

A Homeric dictionary (Greek-English) (Ελληνικά-Αγγλικά ομηρικό λεξικό). 2010.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • ἐκρεμῶ — κρεμάω hramjan imperf ind mp 2nd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐκρέμω — κρεμάννυμι hramjan imperf ind mp 2nd sg κρεμόω bobbins imperf ind act 3rd sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • νεφέλη — Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Σύζυγος του Αθάμαντα, που ήταν βασιλιάς των Μινυών στον Ορχομενό της Βοιωτίας. Από τον γάμο αυτό είχε αποκτήσει τον Φρίξο και την Έλλη. 2. Σύζυγος του Ιξίωνα, ο οποίος είχε ερωτευτεί την Ήρα, και που εξαιτίας του ο… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”